25 Απριλίου 2015

Σε ελληνικά χέρια γερμανικός στόλος 24 πλοίων

Η γερμανική τράπεζα HSH Nordbank AG.
(Kathimerini)
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:





To εύρος της ποιοτικής διαφοράς μεταξύ ελληνικής και γερμανικής ναυτιλίας αναδεικνύεται με τον πιο σαφή τρόπο από τη συμφωνία πώλησης 14 ποντοπόρων
πλοίων από οφειλέτες της γερμανικής τράπεζας HSH Nordbank AG στον όμιλο Navios, συμφερόντων της Αγγελικής Φράγκου. Και μαζί με αυτήν τη ποιοτική διαφορά αποκαλύπτεται και ένας από τους λόγους των αλλεπάλληλων επιθέσεων γερμανικών μέσων ενημέρωσης στον ελληνικό εφοπλισμό περί δήθεν ευνοϊκής μεταχείρισης από την Αθήνα. Αυτό σημειώνουν ναυτιλιακοί κύκλοι, αλλά και Ελληνες τραπεζίτες που ασχολούνται με την ποντοπόρο.

Η γερμανική τράπεζα επιχειρεί εδώ και καιρό να διαχειριστεί ένα χαρτοφυλάκιο προβληματικών ναυτιλιακών δανείων ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ με στόχο να τακτοποιήσει φέτος με τέτοιες, όπως η παραπάνω, συμφωνίες μη εξυπηρετούμενες χρηματοδοτήσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ. Στην πλειοψηφία τους δάνεια προς γερμανικά ναυτιλιακά οχήματα, που κλυδωνίζονται τα τελευταία πέντε και πλέον έτη. Την ίδια ώρα, όμως, η HSH Nordbank AG αύξησε κατά το 2014 τις πιστώσεις προς τη ναυτιλία εν γένει κατά 1,5 δισ. ευρώ, τα δύο τρίτα εκ των οποίων σε μη Γερμανούς πλοιοκτήτες. Εξ αυτών ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά αφορά Ελληνες.

Τώρα οι εταιρείες Navios Maritime Holdings Inc., Navios Maritime Acquisition Corporation και Navios Maritime Partners LP, συμφερόντων της Αγγ. Φράγκου, εξαγοράζουν, διά του νεοσυσταθέντος οχήματος Navios JV, σε ιδιαίτερα ελκυστικές, σύμφωνα με ναυλομεσιτικούς κύκλους, αποτιμήσεις, επτά πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων και άλλα επτά φορτηγά.

Η συναλλαγή αυτή της HSH Nordbank AG αποτελεί τη δεύτερη, επονομαζόμενη και ως «Nautilus transaction» με τον όμιλο Navios, ο οποίος προ έτους εξαγόρασε άλλα 10 πλοία από την HSH με ανάλογο τρόπο. Η χρηματοοικονομική διάρθρωση της συναλλαγής χαρακτηρίζεται επίσης ιδιαίτερα ελκυστική, αφού ο ελληνικών συμφερόντων όμιλος Navios εισέρχεται με μικρό επενδυτικό κεφάλαιο και χρηματοδοτείται παράλληλα με ευνοϊκούς όρους.

Το γεγονός ότι Ελληνες αγοράζουν μεγάλα κομμάτια του κάποτε κραταιού γερμανικού στόλου εμπορευματοκιβωτίων, αλλά και άλλων τύπων σκαφών, δεν ηχεί καλά στη γερμανική κοινή γνώμη. Οι Γερμανοί μικροκαταθέτες, που έχασαν τις οικονομίες τους στη γερμανική ναυτιλιακή κρίση, αδυνατούν να αντιληφθούν πως πολλά γερμανικά ναυτιλιακά οχήματα καταστράφηκαν, προκαλώντας τεράστιες ζημίες σε αυτούς και στις γερμανικές τράπεζες την ώρα που η ελληνόκτητη ναυτιλία συνεχίζει να γιγαντώνεται.

Η όλη υπόθεση έχει τις ρίζες της στη γερμανική πολιτική κινήτρων της προηγούμενης δεκαετίας, που στόχο είχε τη δημιουργία πλειοψηφικών μεριδίων στον παγκόσμιο στόλο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Η Γερμανία παρείχε εκτενείς φοροαπαλλαγές σε επενδυτές που συχνά ήταν μικροκαταθέτες μέσα από το σύστημα των KG Funds, πάνω στο οποίο βασίστηκε όλη η χρηματοδότηση της ανάπτυξης του στόλου της. Απλοί καταθέτες έτυχαν ευνοϊκότατης φορολογικής μεταχείρισης επενδύοντας τα κεφάλαιά τους σε αυτά τα σχήματα, τα οποία χρηματοδοτούσαν, μαζί με τράπεζες, την ανάπτυξη του γερμανικού στόλου. Η διαχείριση των πλοίων γινόταν μεν από επαγγελματίες, αλλά όχι από επιχειρηματίες με ίδια συμφέροντα στην επιβίωση των ναυτιλιακών, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. Και χωρίς, βεβαίως, την ιστορία και την εμπειρία ή την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτικών και τραπεζικών κεφαλαίων που απολαμβάνουν Ελληνες επιχειρηματίες του κλάδου.

Ομως μετά την κρίση που πυροδότησε η Lehman, οι ανακοινώσεις για χρεοκοπίες έρχονταν η μία μετά την άλλη. Οι ναυλαγορές δεν μπορούσαν πλέον να παράξουν τις ταμειακές ροές που απαιτούνταν για να εξυπηρετηθούν οι χρηματοδοτήσεις και οι μικρομέτοχοι δεν μπορούσαν να καλύψουν τις μεγάλες αυξήσεις κεφαλαίου που χρειάζονταν. Οι γερμανικές τράπεζες επωμίστηκαν επισφάλειες δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Η δε διεθνής ποντοπόρος ναυτιλία υπονομεύθηκε σημαντικά από τον πληθωρισμό της προσφοράς μεταφορικής δυναμικότητας που δημιούργησε το μοντέλο των KG funds στον στόλο των containerships.

Κατά πολλούς αναλυτές, οι Γερμανοί έπεσαν θύμα της ίδιας τους της πολιτικής. Αν και το γερμανικό τραπεζικό σύστημα επιχείρησε αρχικά να διατηρήσει τον έλεγχο των distressed πλοίων υπό γερμανικό έλεγχο, η έκταση του προβλήματος είναι τέτοια, που μόνον μια ιδιωτική παγκόσμια δύναμη είχε το εκτόπισμα να απορροφήσει τέτοιους αριθμούς πλοίων. Και αυτή δεν είναι άλλη από την ελληνόκτητο ποντοπόρο ναυτιλία.

«Οι Γερμανοί γκρινιάζουν συνέχεια ότι πρέπει να πληρώσουν τα χρέη της Ελλάδας και εμφανίζονται τιμητές της δημοσιονομικής ορθότητας, αλλά η κρίση της ναυτιλίας τους και η απειλή που αυτή συνθέτει για τη γερμανική οικονομία, η οποία ανέρχεται σε δεκάδες δισ. δολ. επισφαλών δανείων και ζημίες σε ναυτιλιακές, υπενθυμίζει ότι και οι γερμανικές τράπεζες και πολιτικοί πρέπει να λογοδοτήσουν επίσης», έγραφαν ήδη από το 2013 οι New York Times. «Αντ’ αυτού προτιμήθηκαν επικοινωνιακές επιθέσεις κατά του ελληνικού εφοπλισμού μέσα από ανυπόστατα και λαϊκίστικα δημοσιεύματα, με προφανή ιδιοτελή κίνητρα», σημειώνουν οι επαΐοντες.