09 Μαρτίου 2014

ΟΙΝΙΑΔΕΣ - ΚΑΤΟΧΗΣ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ)

Από το βιβλίο: Οινιάδες - Κατοχή , 1986, (Διονύσης Μιτάκης)

2. Εχινάδες.


  Γνωστό είναι εξάλλου ότι οι Οινιάδες στην αρχαιότητα υπήρξαν μια από τις πολλές νησίδες  << Εχινάδες >>, και μάλιστα κεντρική, πόφερνε πρότερα σα νησίδα και πόλη  το όνομα 

<< Ερυσίχη >> :  << Ε ρ υ σ ί χ η ,  πόλις Ακαρνανίας, ήτις ύστερον Οινειάδαι ωνομάσθη, και τινες την χώραν των Οινειδών πάσαν Ερυσίχην ωνόμασαν από της Ερυσίχης της Αχελώου θυγατρός. Το εθνικόν Ερυσιχαίος, περί ου πολύς λόγος τοις αρχαίοις.

 Ο τεχνικός Ηρωδιανός φησιν, ότι σεσημείωται το Ερυσιχαίος προπερισπώμενον  εν τοίς εθνικοίς μήποτε το χαίον  
( = ράβδος ) έγκοπται, ο έστιν η βουκολική ράβδος (Στέφανος Βυζάντιος, λ. Ερ-).
Απ' αυτά και απο τον στίχο του Αλκμάνα,  << Ούδ Ερυσιχαίος, Καλυδώνιος ουδέ ποιμήν >>, οι λεξικογράφοι γενικά ετυμολογούν το  << Ερυσιχαίος>> απο το  << ε ρ ύ ω + χαίον >> και σημασιολογούν  << ο κρατών ποιμενικήν ράβδον, βοσκός >, ώστε Ερυσιχαίοι ήταν  << οι μετήρχοντο την ποιμαντικήν >>και Ερυσίχη η πόλη ποιμένων.
Παρατηρητέο απο την άποψη αυτή, οτι οι ποιμένες της Ερυσίχης έγιναν οι αμπελουργοί των Οινιαδών.
 Χωρίς ν' αποκλείομε τα ετυμολογήματα αυτά, προσωπικά θεωρούμε πιθανότερο οτι, ναι μεν το πρώτο συνθετικό είναι πραγματικά το   ε ρ ύ ω, πλην όμως το δεύτερο είναι της ρίζας του   ί σ χ ω   ή έχω, δηλ.  Ε ρ υ σ ί χ η = πόλη πόχει ερύματα ( οχυρά ), αφού απο τους πανάρχαιους χρόνους εντύπωση έκανε η φυσική οχυρότητα της πόλη, ξέχωρα τα τεχνικά προιστορικά κυκλώπεια τείχη της.

Αναφορικά τώρα με το περιληπτικό όνομα των εκείθε νησίδων, προφανώς σχετίστηκε με τον εχίνο, αλλ' αμφιλέγεται η ακριβέστερη αιτιολογία τους. Ο Στέφανος  Βυζάντιος γλωσσολογεί σχετικά:  << Ε χ ί ν α ι , νήσοι περί την Αιτωλίαν, αίς Αχελώος ο ποταμός προσβάλλει ιλύν. Λέγονται και Εχινάδες διά το τραχύ παρά τον εχίνον, η διά το πλήθος έχειν εχίνων.  Απολλόδωρος δέ από Εχίνου μάντεως >>.  Δηλαδή ονομάστηκαν έτσι, η για την αγκαθωτή όμοια μ' εχίνους μορφολογική τους τραχύτητα, η γιατί υπάρχουν σ' αυτές πολλοί εχίνοι, ενώ ο Απολλόδωρος λέγει πως πήραν το όνομα απο κάποιον μάντη λεγόμενο Εχίνο.


Τις τρείς αυτές εκδοχές λεκτικής παραγωγής αναφέρει και ο Ευστάθιος της Θεσσαλονίκης στις παρεκβολές στην Περιήγηση Οικουμένης του Διονυσίου (στ.431):  << Νήσοι Εχινάδε, η από τινος Εχίονος, η διότι πολλοί εκεί εχίνοι, οποίου και γένους εχίνοι, ζητητέον έν άλλοι, εί έν τη  χέρσω φιληδούντες, είτε και θαλάσσιοι, και άλλως και Εχινάδες, διά το τραχύ του τόπου  και οίς ακανθώδε, κατά τούς εχίνους >>.


Ώστε και ο Ευστάθιος παρατηρεί τα ίδια, αλλά προσθέτει και νέο στοιχείο, την αναζήτηση, αν πρόκειται για χερσαίους εχίνους (σκατζόχοιρους)  που φιληδούν, δηλ. ευχαριστιούνται να διαβιούν πάνω στα νησιά, ή μήπως θαλασσινούς (αχινούς)  που ευδοκιμούν στους υφάλους τους.    Τούτο ο ίδιος το αντιδιαστέλλει και στις παρεκβολές στον Όμηρο  ( Β 626 ):  << Ιστέον δέ ότι του Ενινάων ευθεία η Εχίνη, τοίς δέ μεθ' Όμηρον ευθεία Εχινάς, και απ' αυτής αι νήσοι Εχινάδες.  Ούκ έστιν δ' ειπειν σταθερώς, είτε περάγωγον της Εχίνης  η  Εχινάς, είτε υποκοριστικόν.....   
Εικός ούν και Εχίνας είτ' ούν Εχινάδας νήσους από των εχίνων είναι παρωνομασμένας, ών παρώνυμον και ο εχινόπους έξ ου παροιμία το, τάς ακάνθας συνάζω ωσάν εχινόποδας.  
Ομώνυνος δέ λέξις ο εχίνος, ζώου τε γάρ είδος δηλοί, έν μέν χερσαίον, έτερον δέ θαλάσσιον >>.   




Εξάλλου Ανώνυμος παραφραστής της Περιήγησης Διονυσίου  ( στ. 418, Ελλ.Γεωγράφοι, Βιέννη 1807, Β' 420 )  παράγει το όνομα των νησιών από  << τούς έχεις >>  (= οχιές ): <<Εχινάδες δέ λέγονταί, η δέ λέγονται, ή ότι πολλοί είσιν εν αυταίς έχεις, η από Εχίονος τινός, η διά τό τραχύ των πετρών >>.
Παραβλέποντας την μάλλον μυθική άποψη πως τάχα παρήχθηκαν οι Εχινάδες από το μάντη Εχίνο η από κάποιον Εχίονα, και παρερχόμενοι σαν ελάχιστα πιθανή την εκδοχή απ' τις οχιές ( έχεις ), θεωρούμεως αναμφίβολο ότι το όνομα προήλθε από πραγματικό συσχετισμό με το ζώο εχίνο, είτε γιατί φώλιαζαν στα ύφαλα τους πολλοί θαλάσσιοι εχίνοι ή αχινοί,είτε γιατί σαν τραχιές κι αιχμηρές παρουσίαζαν γενικά όψεις εχίνων, θαλάσσιων η μάλλον χερσαίων, ενώ δείχνει απίθανο ν' αφθονούσαν σ' αυτές εντυπωσιακά οι σκατζόχοιροι.
 Αν τούτο παραγματικά συνέβαινε, θα λέγαμε πως παντού τους τα νησιά ήταν γεμάτα παντός είδους εχίνους. Ο Αντ. Μηλιαράκης  ( Ιστ. Κεφαλληνίας, σ.  166 ) παρατηρεί σχετικά:   << Αι Εχινάδες έτι καί νύν φημίζονται διά τούς ευμεγέθεις εχίνους τούς αγρευομένους είς τά παράλια αυτών >>.
 Το ίδιο και ο Στ. Εμ. Λυκούδης ( Εχινάδες, ΜΕΕ, τ. ΙΑ'  870 ).  Δηλαδή ως επικρατέστερη φέρνει σήμερα η εκδοχή της προέλευσης της ονομασίας τους από τους αχινούς.
 Εξίσου ωστόσο πιθανή εξακολουθεί να προβάλλει και δέυτερη άποψη, όχι τόσο  << διότι έκειντο περί το στόμιον της ξηράς ώς αί άκανθοι του εχίνου >>  ( Χρ. Τσούλου, Εχινάδες Αιτωλ)κή  και Ευρ)κή Εγκ.  3, 916),  << ότι έκειντο περί τόστόμιον του κόλπου του Αιτωλικού ως αί άκανθοι του εχίνου >>  ( Δικ. Βαγιακάκου, Εχινάδες, περ.  "Νιοχώρι", 1974, σ. 21 ),  αλλά μάλλον γιατί από μακριά θα έδειχναν σαν αιχμηρά ομοιώματα εχίνων, είτε θαλασσινών είτε στεριανών πιθανότερα. 
 Άλλωστε και τώρα το βορειοδυτικό μέρος της παραλιακής ήδη Εχινάδας Χουνοβίνας ονομάζεται Σκατζόχοιρος και απ' αυτόν ασφλώς έλαβε την αυτή ονομασία η εκεί λιμνοθάλασσα του ιχθυοτροφείου Πεταλά. Παραβλητέο σχετικά και το παρατήρηματου Κ. Ρωμαίου  ( Ανά την Ακαρνανίαν, Αρχαιολογικόν Δελτίον, Δ'  1918, σ.  115)  για το βονιτσάνικο νησάκι Εχίνος,  << όπερ εξάπαντος προήλθεν έκ παρομοιώσεως πρός θαλάσσιον η Χερσαίον εχίνον >> .

Παρατηρητέο ακόμα ότι αρκετές από τις  Εχινάδες φέρνουν ονόματα ζώων:  Προβάτι, Τσακαλονήσι, Ποντικός, Κουνέλι, Σκρόφα (ιταλ. scrofa = γουρούνα) ,  Σκροφοπούλα, Σκυλονήσι.  
Αλλά και η λοφοσειρά ψηλή  παναγιά πιθανώς στην αρχαιότητα λεγόταν  Κυνίας ή Κυνία, όπως υποπτευόμαστε τόσο από το σκυλόμορφο ακρωτήρι Κυνία, όσο και από τις εκείθε μπροστινές  " Ποσαριές " και την πισινή " Ποδαριά '  στην ως πρόσφατα λίμνη Αλέξαινα.

Βέβαια άλλες Εχινάδες πήραν από άλλες αιτίες ονόματα, όπως  λ.χ  η οξειά από το οξύ - αιχμηρό της σχήμα,  ο Σκοπάς από το ότι αποτελούσε σκοπιά των αρχαίων Οινιαδών, η  Μάκρη από το μακρύ της σχήμα κοκ. Πρβλ. και τον Ευστάθιο Παρεκ. Ομ.  Β  306, που ετυμολογεί ονομασίες και άλλων νησιών:   << νήσοι Λαγούσσαι από τών έν τοίς εκεί λαγωών...   Λεπαδούσσαι...  Πιθηκούσαι...>> . Βλ. και το μελέτημά μας, Εχινάδες, στο περ.  << Στερεά Ελλάς >>, 
Ιαν. 1985. 


Μ.ΜΑΝΕΤΑ
(marilena.mane@gmail.com)