Η τεχνική – Τα πρώτα βήματα
Ο κυνηγός θα κινείται στην ακτογραμμή, ή μακριά από αυτήν, με ήρεμες πεδιλιές και θα ενεργεί σε βάθος όχι μεγαλύτερο των 10 μέτρων (ακραία περίπτωση για ρηχό συρτό). Είτε από ένστικτο, είτε από γνώση του υ/β τόπου, ο κυνηγός θα ξεκινήσει μια υποβρύχια πορεία προς το μέρος που υποθέτει ή γνωρίζει ότι υπάρχουν ψάρια. Αυτό σημαίνει ότι ο θηρευτής φυσικά δεν θα έχει αρχική οπτική εικόνα με τα ψάρια από την επιφάνεια. Αυτό γίνεται και με το κλασικό στατικό καρτέρι που ελέχθη στην εισαγωγή.
Οπότε και στις δυο περιπτώσεις και δη στο συρτό το καλύτερο θα ήταν να μην υπάρχει καθόλου αρχική οπτική επαφή με τα ψάρια. Η διαφορά του συρτού από το στατικό καρτέρι, είναι ότι στο συρτό καρτέρι ο κυνηγός πηγαίνει αυτός προς τα ψάρια, εκμεταλλευόμενος την αφάνεια του καθώς έρπει στον βυθό. Μα αυτό, δεν είναι το σημαντικό σε αυτή την τεχνική. Το πιο σημαντικό όλων με το συρτό καρτέρι είναι ότι τα ψάρια που εντοπίζουν αρχικά τον κυνηγό να έρπει στον βυθό, δεν φοβούνται, αλλά παραξενεύονται από το περίεργο ον που έρπει στον βυθό!
Δηλαδή η αρχική εικόνα του κυνηγού στον βυθό δεν τρομάζει τα ψάρια, σε αντίθεση με την αρχική εικόνα του κυνηγού στην επιφάνεια. Βέβαια το αν θα έχει καλή έκβαση το ψάρεμα με το συρτό, εξαρτάται από αυτόν ακριβώς τον παράγοντα. Το πόσο καλά και ήρεμα έρπει ο κυνηγός στον βυθό. Τα ψάρια καταλαβαίνουν αμέσως κάτι που έρπει στον βυθό, με κάτι που προσπαθεί να έρπσει.
Έτσι λοιπόν ο κυνηγός καταδύεται αργά και σταθερά κουνώντας ελαφρά έως πολύ ελαφρά τα πτερύγια του, φτάνοντας στον βυθό. Εκεί ξεκινάει και το συρτό καρτέρι. Το ένα χέρι του κυνηγού που κρατάει το όπλο θα είναι μαζεμένο και κολλημένο στο σώμα του. Το άλλο χέρι θα πιάνεται από τα ξενέρια του βυθού, όχι όμως για να κρατηθεί, όπως γίνεται στο στατικό καρτέρι, αλλά για να ωθήσει το σώμα του εμπρός. Ουσιαστικά έρπει κουνώντας μόνο το χέρι του, ενώ τα πέδιλα είναι στάσιμα ή όσο το δυνατόν. Τα ψάρια φοβούνται εξαιρετικά την κίνηση των πέδιλων και σημαίνουν συναγερμό ως ένδειξη κινδύνου, όταν νιώσουν παλλόμενα πέδιλα.
Καθώς ο κυνηγός θα έρπει με πολύ μικρή ταχύτητα θα γυρίζει σιγά – σιγά το κεφάλι του αριστερά και δεξιά για να βλέπει τυχόν κινήσεις ψαριών. Όταν ο θηρευτής συναντήσει στην πορεία του τα θηράματα , τότε πρέπει να σταματήσει. Εκεί ξεκινάει το παιχνίδι με τα ψάρια. Αν τα ψάρια δώσουν την εντύπωση ότι είναι ήρεμα τότε ο κυνηγός θα μπορέσει να συνεχίσει την ήρεμη πορεία του προς τα ψάρια. Την κατάλληλη στιγμή θα πρέπει να προτάξει και πάλι αργά το χέρι του εμπρός, θα το τεντώσει, θα σημαδέψει κάποιο ψάρι και θα γίνει η βολή. Σε περίπτωση που τα ψάρια όμως είναι ανήσυχα, τότε ο κυνηγός δεν θα πρέπει να σπεύσει να τα πλησιάσει, αλλά τότε σε αυτό το σημείο που έχει σταματήσει θα πρέπει να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των ψαριών, ενεδρεύοντας στατικά. Η απόκτηση της εμπιστοσύνης, θα γίνει και ανάλογα με το είδος των ψαριών, είτε με οπισθοχώρηση ως ένδειξη αδυναμίας, είτε με πλήρη ακινησία!
Η ηρεμία των διαδοχικών κινήσεων πρέπει να διακρίνουν την υποβρύχια πορεία του κυνηγού. Στην αρχή ο κυνηγός μαθαίνοντας την τεχνική, τις περισσότερες φορές θα βιάζεται κουνώντας τα πέδιλά του, έτσι ώστε να φτάσει όσο πιο γρήγορα γίνεται στο θήραμα. Αυτό ήταν κάτι που το έκανα εγώ προσωπικά πολύ έντονα με αποτέλεσμα να χάνω μεγάλες ευκαιρίες. Αυτό που πρέπει να καταλάβει ο κυνηγός με το πέρασμα και με την τριβή του με την τεχνική είναι το πότε θα του επιτρέπεται πρέπει να βιάζεται κουνώντας τα πέδιλά του και πότε όχι. Τις περισσότερες φορές που ο κυνηγός πιστέψει ότι πρέπει να κινηθεί γρήγορα, τότε θα πρέπει να κινηθεί αργά και τις φορές που θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα τότε ο κυνηγός θα νομίζει ότι θα πρέπει να κινείται αργά. Ένα σήκωμα πίσω από ένα μεγάλο μονόπετρο θα του επιτρέψουν μερικές πεδιλιές. Σε έναν φλατ όμως βυθό αυτό δεν θα πρέπει να γίνεται επουδενί. Την κίνηση των πεδίλων τα ψάρια την αισθάνονται από πολλά μέτρα μακριά.
Η καλή φυσιολογία του δύτη – κυνηγού θα του επιτρέψει να μην λαχανιάζει κατά την υποβρύχια πορεία του στον βυθό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό διότι τις περισσότερες φορές θα αναγκαστεί να διανύσει αρκετή απόσταση. Επίσης έτσι μπορεί να επιτυγχάνει και μικρούς χρόνους επαναφοράς και μεγαλύτερης διάρκειάς ψαρέματος. Δίχως την καλή φυσιολογία δεν δύναται ο κυνηγός να ψαρέψει με αυτή την τεχνική. Δεν μπορεί ο κυνηγός να κάθεται και να αναλώνεται μόνο σε στατικές άπνοιες, δίχως να συνδυάζει την αερόβια ή την υδρόβια άσκηση. Καλή και σωστή διατροφή, καθαρά πνευμόνια και γυμνασμένη καρδιά θα συντελέσουν στην καλύτερη επίτευξη του αποτελέσματος.
Για αυτή την δύσκολη τεχνική θα πρέπει η ρύθμιση του βάρους του δύτη να είναι όσο πιο σωστή και κατάλληλη για αυτόν γίνεται, διότι από αυτό θα εξαρτηθεί και το καλό αποτέλεσμα μιας ψαριάς. Τα βάρη καλό θα είναι να είναι μοιρασμένα σε όλο το σώμα. Έρμα πλάτης, έρμα στην μέση και έρμα στα πόδια του δύτη στοιχειοθετούν την καλή θέση των βαριδιών επάνω στον δύτη. Το συνολικό βάρος του έρματος τώρα είναι αυτό που θα εξασφαλίσει όπως είπαμε την καλή ρύθμιση της πλευστότητας στον βυθό. Η πλευστότητα στον βυθό θα πρέπει να είναι ελαφρώς αρνητική.
Αυτό όμως δεν είναι καθόλου εύκολο, αν το βάθος που επιλέξουμε να κινηθούμε είναι μικρότερο από τα 5 μέτρα. Όσο πιο μικρό είναι το βάθος που θα ενεργήσουμε την τεχνική του συρτού, τόσο περισσότερο θα μας επηρεάσει το βάρος στην επιφάνεια και με την προϋπόθεση ότι είναι το κατάλληλο! Δηλαδή έχοντας ρυθμίσει σωστά το βάρος του έρματος για να μπορεί να μας εξασφαλίσει ένα άνετο έρπην στο βυθό, στην επιφάνεια τα πράματα δεν θα είναι και τόσο ευχάριστα αν το βάθος που έρπουμε είναι μικρότερο από τα 5 ή 4 μέτρα.
Αυτό γίνεται, γιατί το όριο της αρνητικής πλευστότητας μας , έχει σχεδόν ακουμπήσει στην επιφάνεια ή βρίσκεται λίγο κάτω από αυτήν. Με αποτέλεσμα να δυσφορούμε προσπαθώντας να κρατηθούμε στην επιφάνεια! Εδώ κάποια βαρίδια του μισού κιλού ή ακόμα και βαρίδια γραμμαρίων θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην βέλτιστη λύση του προβλήματος, έτσι ώστε να πετύχουμε την κατάλληλη ρύθμιση της πλευστότητας μας και στην επιφάνεια και στον βυθό. Αυτό σημαίνει ότι το καλό αποτέλεσμα θα έρθει μετά από αρκετές δοκιμές.
Κώστας Πανάρετος
kpanaretos@yahoo.gr