Η κυρά-Βασιλική Κίτσου Κονταξή και ο ξεχασμένος πύργος της Κατοχής.
Η κυρά-Βασιλική (1789 -1834) γεννήθηκε στο χωριό Πλισιβίτσα (σημ. Πλαίσιο) των Φιλιατών. Σε νεαρή ηλικία μετά από την αρπαγή της, από άνδρες του Αλή Πασά, κατέληξε στο χαρέμι του στα Γιάννενα. Λόγω της εξωτερικής ομορφιάς, και της οξύνοιας του πνεύματος που διέκριναν την νεαρή Βασιλική, κατάφερε να «μαγέψει» το λιοντάρι της Ηπείρου και να τον επηρεάζει σε πολλές αποφάσεις του. Η μεγάλη επιρροή της Βασιλικής, στον Αλή των Ιωαννίνων, παρουσιάζεται παραστατικά από τη λαϊκή μούσα στο δημοτικό τραγούδι «Βασιλική προστάζει..». Χάρη στην κυρά Βασιλική πολλοί Χριστιανοί γλίτωσαν από το τσεκούρι του πασά. Μετά τον θάνατο του Αλή οδηγήθηκε σιδηροδέσμια στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον έμπιστο του πασά, Θανάση Βάγια. Πολλές περιπέτειες χάρισε η μοίρα στην Βασιλική μέχρι να γυρίσει στην ελεύθερη πια Ελλάδα το 1830.
ΚΟι περιπλανήσεις όμως δεν σταματούν εδώ. Στην αρχή μένει για λίγο καιρό στο Ναύπλιο όπου γνωρίζεται με τον Ιωάννη Καποδίστρια. Στην συνέχεια εγκαταστάθηκε (1830) στο ιδιόκτητο κτήμα της, δώρο του Αλή πασά, στο χωριό Βοϊβόντα (σημερινή Βασιλική του Δήμου Καλαμπάκας), που της ανήκε ως τσιφλίκι (μαζί με τα χωριά Σαρακήνα Καλαμπάκας και Μεταμόρφωση Καρδίτσας) και που προς τιμή της ονομάσθηκε Βασιλική. Οικονομικές δυσχέρειες την οδηγούν σε πώληση της γης της καθώς και πολλών προσωπικών της αντικειμένων. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της βρήκε καταφύγιο στο χωρίο Κατοχή Αιτωλοακαρνανίας, έχοντας στην κατοχής της λίγα κτήματα και έναν πύργο (Κούλια) που της παραχωρήθηκαν από τον Καποδίστρια. H Κούλια της Κυρα-Βασιλικής είναι βυζαντινός πύργος που βρίσκεται επάνω σε ένα χαμηλό λόφο και δεσπόζει στην κωμόπολη της Κατοχής. Ο πύργος μάλλον κτίστηκε με σκοπό να ελέγχει τη στένωση και τη διέλευση του Αχελώου στο συγκεκριμένο σημείο. Το Χρονικό το θέτει πολύ παραστατικά: «όποιος έχει τον πύργο… έχει το πέρασμα εύκολον του ποταμού του άσπρουνα τρέχει εις το αγγελόκαστρον πάντα να το κουρσεύει». Παλαιότερα ο πύργος ονομαζόταν πύργος της Θεοδώρας. Σύμφωνα με την παράδοση τον έχτισε η Θεοδώρα γυναίκα του Μιχαήλ Β΄, του Δεσπότη της Ηπείρου, τον 14ο αιώνα, μετά την εκδίωξη των Φράγκων από την περιοχή. Πρόκειται για κτίριο τετράγωνο που το μήκος της κάθε πλευράς του εξωτερικά φτάνει τα 6,5 μέτρα. Είναι οικοδομημένο με αργιλόλιθους (αργιλικούς σχιστόλιθους) στους αρμούς του οποίου παρεμβάλλονται άφθονα κεραμίδια και ασβεστοκονιάματα. Ψηλά στο ύψος των 5 μέτρων από το έδαφος υπάρχουν στους τοίχους τεσσάρα τοξωτά ανοίγματα, ένα στο κέντρο κάθε πλευράς. Στην Κoύλια η Κυρά-Βασιλική έζησε αυτοφυλακισμένη διότι οι εμφανίσεις της ήταν σπάνιες. Μάλιστα, κάτοικοι της Κατοχής, για να την υποχρεώσουν να εμφανίζεται, πήγαιναν κάτω από τα παράθυρά της και της τραγουδούσαν συνοδεία οργάνων: «Νάταν οι κάμποι θάλασσα και τα βουνά ποτάμια / να πνίγονταν ο Τάταρης πούφερνε τα φιρμάνια / Βασιλική φωνάζει τον γέροντ’ Αλή Πασά: Μάσε τους μπιμπασήδες και μέρασ’ τους φλωριά / και βάλε τους σε όρκο μην κάμουν μπαμπεσιά! Σήκω κυρά Βασιλική και βγάλε το φακιόλι / και το κεφάλι τ’ Αλή Πασά να πάνε για την Πόλη. / Ξύπνα καημένε Αλή Πασά και βάλε τη σιουμπάρα / να ιδής την Κυρά Βασιλική με το Θανάση Βάγια». Διατηρώντας ακόμα την αρχοντική ομορφιά της και την αξιοπρέπεια της γυναίκας του Αλή Πασά, έζησε εκεί μέχρι το 1834, οπότε και πέθανε από δυσεντερία στο Αιτωλικό όπου και τάφηκε στην εκκλησία των Ταξιαρχών. Δίπλα στον τάφο αναγράφονται τα εξής: «Τάφος Κυρα-Βασιλικής 1789-1834». Και από κάτω: «Απέθανεν η κυρα-Βασιλική Κίτζου από δυσεντερία, ετών 45, μετασχών των αχράντων μυστηρίων της Θείας Μεταλήψεως και κατ’ άδειαν του επιτρόπου του Αγίου Ακαρνανίας και από του εφημερίου των Ταξιαρχών ετάφη κατά την συνήθη εκκλησιαστική τάξιν εν τη εκκλησία των Ταξιαρχών. Εν Ανατολικόν τη 11 Δεκεμβρίου 1834. Μελέτιος ιερεύς Δ.Κ.». Με το θάνατό της όμως, η ανυπεράσπιστη περιουσία της «πλιατσικολογείτε». Πολύτιμα αντικείμενα και δώρα αγάπης του Αλή πασά βεβηλώνονται. Μετά από χρόνια και με μεγάλη προσπάθεια εντοπίζεται η φορεσιά της και σήμερα αποθησαυρίζεται στο Μουσείο που εδρεύει στη Νήσο Ιωαννίνων. Όσο αναφορά την τελευταία εν ζωή κατοικία της, η πραγματικότητα είναι πολύ θλιβερή. Ενώ ο πύργος κρίθηκε διατηρητέο μνημείο το 1975, με απόφαση του υπουργού πολιτισμού κ. Δ. Νιάνια, σήμερα έχει ξεχασθεί. Χόρτα και σκουπίδια κατακλύζουν τον χώρο. Επίσης η ανθρώπινη ανευθυνότητα και ανοησία οδήγησε κατοίκους του χωριού, όχι μόνο στο να μην προσπαθήσουν οι ίδιοι να διαφυλάξουν την ιστορία τους, αλλά και να χτίσουν ακριβώς δίπλα στον εξαιρετικής βυζαντινής τέχνης πύργο, ένα μεταγενέστερο οίκημα και μια δεξαμενή συγκέντρωσης ύδατος. Από μαρτυρία ντόπιου κατοίκου της Κατοχής μου αναφέρθηκε, ότι γέροντας του χωριού, μη έχοντας συνείδηση της επίδρασης των λόγων του, αναφέρει ότι ο η Κούλια αποτέλεσε «φυλακή» της κυρά Φροσύνης Βασιλείου. Το συμπέρασμα όλων αυτών, είναι ότι εμείς οι ίδιοι δεν έχουν την ευαισθησία, όχι μόνο να διασφαλίσουμε την ιστορία μας, αλλά κάνουμε και κάθε δυνατή προσπάθεια να την εξοντώσουμε.
Χρήστος Γ. Δήμτσιος