ΑΤΑΦΟΙ
ΗΡΩΕΣ ΣΤΗΝ ΒΟΡΕΙΟ ΗΠΕΙΡΟ
Το
θρυλικό ύψωμα 731 όπου είχαμε του περισσότερους νεκρούς το Μαρτιο1941..
Το
υπάρχον σήμερα άσημο μνημείο. Η αδιαφορία των Ελληνικών κυβερνήσεων αλλά και η
εμπάθεια και το μίσος των Αλβανών δεν επιτρέπουν να τιμήσωμεν του ηρωικούς
νεκρούς μας
Το 406 π.Χ. Οι Αθηναίοι συγκρούονται στη
θάλασσα με τους Σπαρτιάτες.
Αρχηγός των Σπαρτιατών ο Καλλικρατίδας. Τόπος
σύγκρουσης ανατολικά από το ακρωτήρι Μαλέας της Λέσβου και συγκεκριμένα στα
μικρά νησιά Αργινούσες ανάμεσα Λέσβου και Μικράς Ασίας.
Λόγω κακοκαιρίας, οι Αθηναίοι είναι προσορμισμένοι
στις Αργινούσες. Έχουν έλθει στη Λέσβο για να βοηθήσουν τον Αθηναίο Κόνωνα.
Προσπερνώ τη διαδικασία της φονικής μάχης και
τις λεπτομέρειές της και έρχομαι στο αποτέλεσμα που είναι η νίκη των Αθηναίων
και ο θάνατος του Καλλικρατίδα από πνιγμό.
Μετά τη μάχη, οι στρατηγοί Αθηναίοι, δίνουν
εντολές κατά τα ειωθότα για την περισυλλογή ναυαγών και τραυματιών.
Οι Στρατηγοί Θρασύβουλος και Θηραμένης
ανέλαβαν το επίπονο αυτό έργο, με 47 πλοία. Οι αντίξοες όμως καιρικές συνθήκες,
άνεμος δυνατός και τρομερή θαλασσοταραχή ή κατά άλλους και η αδικαιολόγητη
καθυστέρηση δεν επέτρεψαν την επιτυχή περισυλλογή των νεκρών.
Έτσι οι τριήρεις, επιστρέφουν άπρακτες και
σπεύδουν μαζί με τον υπόλοιπο αθηναϊκό στόλο για να βοηθήσουν τον Κόνωνα
Στο γυρισμό στην Αθήνα, οι Στρατηγοί, έδωσαν
στην Εκκλησία του Δήμου τις δέουσες εξηγήσεις.
Στην αρχή, οι τεκμηριωμένες εξηγήσεις των
στρατηγών έγιναν με ηρεμία αποδεκτές. Αργότερα όμως οι συγγενείς των θυμάτων
εξεγέρθηκαν και εστράφηκαν κατά των στρατηγών. Άρχισαν μακρές δίκες, κατά τις
οποίες κατήγοροι, κατάφεραν να εξουδετερώσουν ακόμα και τους αυτόπτες μάρτυρες
υπεράσπισης. Ακολούθησε η καθαίρεση και η εις θάνατον καταδίκη των στρατηγών:
«Επεί
ουκ ανείλοντο τους αρίστους γενομένους εν τη μάχη». Ξενοφώντος Ελληνικά.
(Επειδή
δεν μάζεψαν τους ηρωικούς νεκρούς).
Απ’ αυτούς δηλαδή τους στρατηγούς, οι δυό
καταφέρνουν να διαφύγουν τη σύλληψη και από τους υπόλοιπους οκτώ, οι έξι
θανατώνονται.
«Και απέθανον οι έξ παρόντες δια του συνήθους
τρόπου του θανάτου ήτοι πιόντες κώνειον. Και εδημεύθη η περιουσία αυτών».
(Παπαρηγόπουλος 1860).
Στις δίκες ο αγώνας ήταν σκληρός. Όλα όμως
παραμερίστηκαν, δικαιολογίες δεν ελήφθησαν υπ΄ όψιν, αλλά επεκράτησε και
υπερίσχυσε το: «Ασχετα με οποιαδήποτε δικαιολογία, τους νεκρούς δεν τους
περισυλλέξατε, δεν τους φροντίσατε δεν τους τιμήσατε. Και όποιος με αυτό τον
τρόπο δεν τιμά τους υπέρ πατρίδας πεσόντας είναι ένοχος εσχάτης προδοσίας προς
τις ηθικές αξίες του γένους».
Και έτσι καταδίκασαν τους στρατηγούς σε
θάνατο.
Δεν θα σχολιάσω το δίκαιο ή όχι της απόφασης.
Εκείνο όμως που θέλω να τονίσω είναι ότι το ισχυρό αίσθημα ευθύνης για τον
σεβασμό και περισυλλογή των νεκρών, παρέκαμψε κάθε ενέργεια που θα οδηγούσε
στην απαλλαγή καταλογισμού ευθυνών.
Πανάρχαιο ελληνικό έθιμο λοιπόν, ο σεβασμός
των νεκρών. Μετά από κάθε μάχη γινόταν εκεχειρία με σκοπό την περισυλλογή και
φροντίδα των νεκρών για το τελευταίο τους ταξίδι, όπως μάς αναφέρουν στα
συγγράμματα τους επιφανείς αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς.
Η ταφή των νεκρών, και μάλιστα των
πολεμιστών, αποτελεί για μας τους Έλληνες ιερό χρέος και υπέρτατο καθήκον,
εσωτερική ανάγκη και εθνική επιταγή. Δεν είναι μία απλή, τυπική διαδικασία. Οι
νεκροί πρέπει να προσεγγίζονται με ευλάβεια, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι
αυτοί. Κάτι ανάλογο, όμως, δεν έγινε με τους Έλληνες νεκρούς του ελληνοϊταλικού
πολέμου, του έπους του 1940.
Έτσι 7976 νεκροί στρατιώτες, αξιωματικοί και
άλλοι εθελοντές, που αγωνίστηκαν ενάντια στον γερμανοϊταλικό φασισμό και
περιέσωσαν την ελληνική τιμή δίνοντας μαθήματα ηρωισμού και ανδρείας στην
ανθρωπότητα, έμειναν άταφοι ἢ πρόχειρα θαμμένοι
στα ιερά χώματα της Β. Ηπείρου. Αρκετών από αυτούς τα οστά παραμένουν μέχρι
σήμερα διάσπαρτα στα βουνά και τις πεδιάδες.
Δικαιολογημένη η περηφάνια για τον ηρωισμό
των μαχητών μας, που έγραψαν τις πιο λαμπρές σελίδες της σύγχρονης ελληνικής
ιστορίας, δίδαξαν το καθήκον για την προάσπιση της ελευθερίας και της
ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Όμως αυτοί, οι γενναίοι πρωταγωνιστές,
παραμένουν επί δεκαετίες εγκαταλελειμμένοι στα βουνά και στα λαγκάδια, στα
πεδία των μαχών. Παραμένουν εκεί ξεχασμένοι και μάλιστα χωρίς καμία αναφορά,
για το τι απέγιναν μετά τον πόλεμο, καμία επίσημη συζήτηση για την ταφή τους
και καμία προσπάθεια από την ελληνική Πολιτεία για την αποκατάσταση αυτής της
εκκρεμότητας να μην έχει γίνει επί 77 χρόνια μετά το θάνατό τους.
Ύψωμα 1615, απέναντι από τον Αυχένα
της Μετζγκοράνης.
Τα χιόνια άρχισαν να
λιώνουν, αποκαλύπτοντας τους νεκρούς μαχητές.
Καμία ανταπόκριση στις εκκλήσεις των παιδιών
και των συγγενών των πεσόντων, να βρουν τα λείψανα των προσφιλών τους προσώπων.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά στα παιδιά και στους συγγενείς να μην παρέχεται καμία
δυνατότητα να επισκεφθούν, να πλησιάσουν εκεί που άφησαν την τελευταία τους
πνοή οι πατεράδες τους, τα αγαπημένα τους πρόσωπα και να φεύγουν κι αυτοί σιγά
–σιγά από τη ζωή με το μεγάλο παράπονο.
Όταν πληροφορείται και διαπιστώνει κανείς την
κατάσταση αυτή, τον κυριεύει η θλίψη και οι ενοχές, βρίσκεται ενώπιον των
ευθυνών του ως Έλληνας, για αυτά που έπρεπε να γνωρίζει και ιδιαίτερα για αυτά
που πρέπει να κάνει -έστω και αργά- για την αποκατάσταση της μεγάλης αυτής
εθνικής εκκρεμότητας.
Πολλοί
οι τραυματίες που γύρισαν. Χιλιάδες αυτοί που έχασαν τη ζωή τους στο μέτωπο.
77
χρόνια μετά από το έπος του 1940 αθάνατοι νεκροί από όλη την Ελλάδα, Αξιωματικοί
και Στρατιώτες βρίσκονται παντού στα βουνά της Βόρειας Ηπείρου
Στην
Τρεμπεσίνα και στο Πόγραδετς
Στο ύψωμα 731
Στην
Κλεισούρα
Στα
υψώματα Μπούμπεσι
Στην
πεδιάδα του Βούρκου
Στο
Μάλι Σπάτ
Στην
Κορυτσά
Στο
Ντραγκότι της Κλεισούρας
Στη
Δρέβανη
Στον
Προφήτη Ηλία
Στους
Βουλιαράτες.
Στις
όχθες των ποταμών, δίπλα στη μεγάλη ελιά. Κάτω απ’ το πλατάνι. Ριγμένοι στο
λάκκο με τον ασβέστη. Κάτω από το σχολείο. Στις κορυφές των βουνών. Δεξιά του
δρόμου. Δίπλα στο ρέμα. Πίσω… από το ιερό της εκκλησίας.
Θα σκεφτόταν κανείς τόσο αδιάφορα ενεργεί η
πατρίδα; Δεν ενδιαφέρεται για το Εθνικό φρόνημα των Ελλήνων και το ηθικό της
στρατευμένης νεολαίας μας και των νεαρών στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων; Τα
παιδιά αυτά αν χρειαστεί, θα δώσουν τη ζωή τους για την πατρίδα χωρίς δεύτερη
σκέψη. Πως όμως θα βαδίσουν στα πεδία των μαχών όταν στο μυαλό τους θα
επικρατεί η ιδέα ότι σε περίπτωση θανάτου τους θα αντιμετωπιζόταν όπως οι
άταφοι ήρωες του 1940;
Ποια η θέση των διοικούντων αυτής της χώρας
απέναντί τους όταν δεν νοιάζονται για τους ήρωες της ελευθερίας; Είναι "Εθνικό χρέος" επομένως να
σκεφτόμαστε όχι μόνο αυτούς που θυσιάστηκαν τότε αλλά και αυτούς που μπορεί να
το πράξουν στο μέλλον.
Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου,
από τον Οκτώβριο του 1940 μέχρι τον Απρίλιο του 1941, οι πεσόντες Έλληνες
αξιωματικοί και στρατιώτες ανήλθαν στους 13.936,
εξ αυτών οι 7976 έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι στη Βόρειο Ήπειρο, ενώ παράλληλα
οι απώλειες των Ιταλών αυτό το χρονικό διάστημα ανήλθαν στους 100.000 νεκρούς
και τραυματίες.
Είναι πλέον ιερή υποχρέωση όλων των αρχόντων
και όχι μόνον, να βρεθεί άμεσα μια λύση. Μια λύση που θα δώσει τιμή και
δικαίωση σ’ αυτούς που θυσιάστηκαν για μια ελεύθερη Ελλάδα και που θα κάνει
όλους εμάς περήφανους.
Μέσα σε
βόλια κι’ οβίδων κρότους
Πέσαν
τα νιάτα μεσ’ στον ανθό τους
Πάνε
λεβέντες, πάνε κορμιά
Κι’
άγνωστα τα ‘θαψαν στην ερημιά
Κανείς
δεν ξέρει που τα’ χουν θάψει
Κανείς
δεν πήγε για να τα κλάψει
Κανείς
δεν έκαψε για’ αυτά λιβάνι
Κανείς
δεν έπλεξε γι’ αυτά στεφάνι.
Ανώνυμοι
ήρωες, άγνωστοι τάφοι
Κανένα
όνομα σ’ αυτούς δεν γράφει
Δυστυχώς, ο μεγάλος και πάντα εύστοχος
Γεώργιος Σουρής έχει απόλυτο δίκιο. Οι μεγάλοι νεκροί εκείνης της επικής μάχης
παραμένουν , άκλαυτοι και ατίμητοι.
Θα ήταν ιστορική βλασφημία, θαρρώ και
απρέπεια να αγνοούμε τους χιλιάδες αδελφούς μας που φύτευσαν τα κόκκαλα τους,
κυριολεκτικά στα βουνά της Βορείου Ηπείρου, τα χιλιοδαρμένα από την κακοκαιρία
και του πολέμου τις ασίγαστες φωνές.
Εύχομαι να παραμεριστούν όλα τα εμπόδια ώστε
τα ιερά αυτά οστά των Ηρώων μας, να περισυλλεγούν, να κηδευτούν με όλες τις
προβλεπόμενες για Ήρωες τιμές και να ταφούν στα στρατιωτικά κοιμητήρια για να
ηρεμήσουν οι ψυχές τους και να ηρεμήσουν οι συνειδήσεις όλων των Ελλήνων.
Νικόλαος
Λουκάς
Υποστράτηγος(ΤΘ)
εα.- Θεολόγος